Μέσα κοινωνικής δικτύωσης και πολιτισμικά ιδρύματα : Μιά ματιά στα μουσεία της ψηφιακής εποχής
Την τελευταία δεκαετία, τα μουσεία υφίστανται μία πολιτισμική μεταστροφή. Από μία στρατηγική προσέγγιση που έδινε τη μεγαλύτερη βαρύτητα στα εκθέματα, σιγά σιγά υιοθετείται μία φιλοσοφία που έχει ως κεντρικό άξονα τους επισκέπτες, τη σχέση αυτών με τα πολιτισμικά ιδρύματα, το βαθμό ενδιαφέροντος και την ενασχόλησής τους με αυτά. Αυτή η ιδεολογική μεταμόρφωση που παρατηρείται στα ιδρύματα αυτά σχετίζεται με μία πιό ανοιχτή προσέγγιση που λαμβάνει υπ’όψη τον ενεργό ρόλο του κάθε ατόμου στην καθημερινότητά του, κι έχει ως σκοπό την προώθηση ένος επικοινωνιακού μοντέλου που ξεφεύγει από το καθιερωμένο πλαίσιο επικοινωνίας που ίσχυε ως τώρα («ενας-προς έναν» ή «ένας-προς-πολλούς») και να εξελιχθεί σε ένα μοντέλο «πολλοί-προς πολλούς», συνεισφέροντας με τον τρόπο αυτό σε έναν πολιστισμικό «διάλογο». Ο «διάλογος» αυτός ενθαρρύνει τη διαδραστικότητα μεταξύ του κοινού, αφήνει στην άκρη μία ιδεολογία που έχει τα αντικείμενα-εκθέματα του μουσείου στο επίκεντρο, και προωθεί μία προσέγγιση με επίκεντρο τους επισκέπτες.
Δεδομένης της ευρύτατης ανάπτυξης του Facebook (κυρίως), αλλά και των άλλων μέσων κοινωνικής δικτύωσης (social media), ο βαθμός ενασχόλησης των πολιτισμικών οργανισμών με αυτά φαίνεται να είναι πλέον καθοριστικός παράγοντας στο πόσο αποτελεσματική θα είναι η σχέση τους με το κοινό, ενώ επιρεάζει και τα ποσοστά επισκεψιμότητας του ιδρύματος.
Ο ρόλος που παίζουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σε ένα ίδρυμα (π.χ. ένα μουσείο) είναι πολύ διαφορετικός απ’ ό,τι π.χ. σε μία εμπορική εταιρεία, που έχει ως σκοπό την προώθηση της αναγνωρισιμότητας και την αύξηση του κέρδους. Εδώ ο κύριος σκοπός των μέσων κοινωνικής δικτύωσης είναι να διατηρήσουν/αυξήσουν το κύρος του μουσείου, να εξυπηρετήσουν (ενημερώσουν) κοινό που δεν έχει την ικανότητα φυσικής πρόσβασης προς αυτά, κάτι που για πρώτη φορά είναι εφικτό χάρη στην τεχνολογία. Αυτό επιτυγχάνεται κάνοντας την επαφή του μουσείου με απομακρυσμένο κοινό ευκολότερη απο ποτέ, ενώ παράλληλα αυξάνουν τόσο το κοινό τους, όσο και το ποσοστό επισκεψιμότητας.
Στο Κέντρο για Digital Humanities του University College του Λονδίνου διεξήχθη έρευνα για την αποτελεσματικότητα της χρήσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης από πολιτισμικά ιδρύματα, κι ως παράδειγμα χρησιμοποιήθηκε το Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου, λόγω της πολιτισμικής του σημασίας, της διεθνούς του φήμης και του τεράστιου κοινού του. Εξετάστικε η δραστηριότητα των χρηστών στη σελίδα του μουσείου στο Facebook κατά τη χρονική περίοδο μεταξύ Ιουλίου 2012 και Ιουνίου 2013. Η δραστηριότητα αυτή αναλύθηκε μέσω του εργαλείου Facebook Insights, το οποίο καταγράφει τον αριθμό των Likes, τις κοινοποιήσεις, πληροφορίες για το φύλο και την ηλικία κ.ά.
Το Μουσείο, στην προσπάθειά του να προωθήσει τρέχουσες και μελλοντικές εκδηλώσεις και εκθέσεις, αξιοποιεί μία «πυραμίδα πληροφορίας». Οι εγγεγραμμένοι χρήστες μοιράζονται τις πληροφορίες μέσω των φίλων τους στα social media και με τον τρόπο αυτό δημιουργείται μία ισχυρή αλυσίδα που ξεκινάει από τους φίλους του Βρετανικού Μουσείου κι αναπτύσσεται σε ένα πιο ευρύ κοινό απο. Μέσω της λειτουργίας της κοινοποίησης (share), ό,τι αναρτάται στην Facebook σελίδα του μουσείου, εξαπλώνεται αποτελεσματικά και γρήγορα χωρίς να χρειάζονται να γίνουν πολλαπλές αναρτήσεις εκ μέρους του μουσείου, κάτι που θα ήταν ενοχλητικό για τους χρήστες.
Οι πιό δημοφιλείς αναρτήσεις για τον Ιανουάριο του 2013, όπως μπορούμε να δούμε στην παρακάτω εικόνα, ήταν αυτές που περιείχαν ελκυστικές φωτογραφίες από μόνιμες ή προσωρινές συλλογές του μουσείου, και πιο συγκεκριμένα αυτές που περιείχαν έντονα χρώμα και αντιθέσεις (όπως π.χ. μάυρο-χρυσό), όπως επίσης και οι σύνδεσμοι που οδηγούσαν στις ιστοσελίδες για εκδηλώσεις του μουσείου.
Ποσοστά των κλικ που έγιναν σε συνδέσμους, φωτογραφίες και βίντεο τον Ιανουάριο του 2013 σύμφωνα με τα δεδομένα από το Facebook Insights.
Στη δεύτερη εικόνα (κάτω) φαίνεται να υπάρχει χαμηλή αλληλεπίδραση μεταξύ Ιουλίου και Οκτωβρίου 2012 με μιά μικρή αύξηση τον Νοέμβριο. Τον Δεκέμβρη οι αριθμοί αυξάνονται και από τον Ιανουάριο και μετά ακολουθούν γενικά μιά ανοδική πορεία (με κάποιες διακυμάνσεις). Η μεγαλύτερη αύξηση παρατηρείται στις 7 Φεβρουαρίου ίσως λόγω της ανοικοίνωσης έναρξης δύο μεγάλων ειδικών εκθέσεων (της Εποχής των Παγετώνων και της Πομπηίας).
Άτομα που μιλούσαν για το μουσείο σε μηνιαία βάση (δεδομένα παρμένα από το Facebook Insights).
Τα πλεονεκτήματα που παρέχουν τα social media είναι πολλαπλά: Το μουσείο είναι σε θέση να γνωρίζει καλύτερα τι έχει μεγαλύτερη απήχηση στον κόσμο, με συνέπεια να έχει ένα οδηγό στο τί πρέπει να κάνει για να παραμένει επίκαιρο και ενήμερο. Αυτό μπορεί να οδηγήσει στην αύξηση του αριθμού των επισκεπτών, ενώ οι συνεχείς ανανεώσεις στις αναρτήσεις της σελίδα του προσδίδουν έναν φιλικότερο χαρακτήρα στο ίδρυμα και κάνουν τους χρήστες να νοιώθουν ότι ανήκουν σε μία «ομάδα» κοινού ενδιαφέροντος. Άνθρωποι απο όλο τον κόσμο σήμερα μπορούν πλέον να έχουν εικονική πρόσβαση σε μία συλλογή του μουσείου, να συζητούν και να μαθαίνουν με έναν διασκεδαστικό τρόπο, να συνεισφέρουν σε διαλόγους υποκινημένους από το ίδιο το μουσείο και, τέλος, να βοηθούν και οι ίδιοι στην εξάπλωση της γνώσης.
μεταφορά-προσαρμογή στα ελληνικά: Μάριος Φοινικέττος